Η περίοδος από 1.000 π.Χ.
Άλλο αξιοσημείωτο γεγονός στα χρόνια αυτά είναι η υποταγή της Θεσσαλίας στους Μακεδόνες το 353 π.Χ. από το Φίλιππο της Μακεδονίας. Οι Μακεδόνες έμειναν στον Θεσσαλικό χώρο μέχρι το 197 π.Χ. Στη συνέχεια η εξουσία ήλθε στους Ρωμαίους, οι οποίοι νίκησαν τους Μακεδόνες και κήρυξαν τη Θεσσαλία αυτόνομη και τοποθέτησαν σε κάθε πολιτεία και έναν Ταγό (στρατηγό).
Στα χρόνια αυτά που κατακτήθηκε η Θεσσαλία από τους Ρωμαίους, φαίνεται ότι έσβησε και η ιστορία της ακρόπολης του Παλαιοκάστρου, και μάλιστα από το εξής γεγονός. ‘Όταν ο Ρωμαίος ύπατος Τίτος Φλαμινίνος καταδίωκε τον Φίλιππο το Ε’ της Μακεδονίας πέρασε από την Εστιαιώτιδα και συγκεκριμένα από τους πρόποδες του Κόζιακα και όσες πόλεις έφεραν αντίσταση, τις κατέστρεψε εντελώς. Φαίνεται ότι η αρχαία Πιάλεια έφερε αντίσταση, όπως και η Φαλώρεια, γι αυτό και ο Ρωμαίος ύπατος τις κατάστρεψε. Στη συνέχεια βλέπουμε τους κατοίκους να φεύγουν από τη θέση Παλαιόκαστρο και με τα λείψανα που απόμειναν από την καταστροφή να εγκαθίστανται, μερικοί στη θέση Φτελιά και οι υπόλοιποι να εγκαθίστανται στην περιοχή της Αλμπίνας, όπου από την αρχή αρχίζουν την κατασκευή της νέας τους πολιτείας.
Για αρκετά λοιπόν χρόνια έμειναν υποταγμένοι στους Ρωμαίους. Το 148 π.Χ. η Θεσσαλία και η Μακεδονία αποτελούν επαρχίες του Ρωμαϊκού κράτους και έτσι χάνεται η ανεξαρτησία του “κοινού των Θεσσαλών”.
Από τα παραπάνω ιστορικά γεγονότα, που έχουμε εκθέσει αρκετά συνοπτικά, βγαίνει το συμπέρασμα ότι από το 197 π.Χ. μέχρι και τον 5ο αιώνα μ.Χ. η Θεσσαλία και ιδιαίτερα οι περιοχές που είχαν αναπτύξει κάποιο πολιτισμό ήταν κάτω από την κυριαρχία των Ρωμαίων. Στα χρόνια αυτά οι Ρωμαίοι δεν έμειναν αδρανείς, αλλά με τα δημιουργήματά τους άφησαν και αυτοί τη σφραγίδα τους. Αυτό φαίνεται κατά κύριο λόγο στο χώρο της Αλμπίνας και της Νούλας.
Μεσαιωνικοί Χρόνοι (476 – 1453)
Το 539 μ.Χ., πέρασαν από τη Θεσσαλία οι Ούνοι και το 550 μ.Χ. πέρασαν οι Σλάβοι . Από τις επιδρομές αυτών των λαών η Θεσσαλία έπαθε φοβερές καταστροφές.
Οι έποικοι Σλάβοι κατέβηκαν από την Ήπειρο, κατέλαβαν τα χωριά του Ασπροποτάμου και στη συνέχεια ήρθαν προς το νότο. Βασικά οι Σλάβοι ήταν λαός ποιμενικός. Στο χωριό μας εγκαταστάθηκαν μερικές οικογένειες Σλάβων (σ’ όλα τα χωριά του Ασπροποτάμου εγκαταστάθηκαν γύρω στις 50 οικογένειες) και αυτό φαίνεται από το όνομα Λεπενίτσα που δόθηκε στο χωριό μας και το οποίο είναι Σλαβικό.
Κατά το 1081 μ.Χ έχουμε την επιδρομή των Βλάχων , οι οποίοι κατέλαβαν την περιοχή της βορειοδυτικής Θεσσαλίας και επεκτάθηκαν γρήγορα προς το νότο. Στο χωριό μας όμως ο δραστήριος αυτός λαός δεν άφησε κατάλοιπα.
Το 1204 μ.Χ. η Θεσσαλία καταλήφθηκε από τους Φράγκους. Το 1227 μ.Χ. και μετά η περιοχή των Τρικάλων έγινε κέντρο της Ορθοδοξίας και τότε κτίστηκε και η περίφημη Μονή “Πόρτα Παναγιά” στην Πύλη, την οποία έκτισε ο Ιωάννης ο Παλαιολόγος.
Αυτή είναι σε πάρα πολύ γενικές γραμμές η ιστορία της περιοχής των Τρικάλων και φυσικά και του χωριού μας στα χρόνια της Μεσαιωνικής περιόδου.
Η Περίοδος της Τουρκοκρατίας
Το 1420 μ.Χ. ολόκληρη η Θεσσαλία καταλήφθηκε από τους Τούρκους και παρέμεινε κάτω από τον βαρβαρικό ζυγό μέχρι το 1881.
Η περιοχή των Τρικάλων γνώρισε μεγάλες αγριότητες στα χρόνια του Αλή Πασά (1744-1822). Στις 14 Ιουλίου το 1770 οι Αλβανοί πυρπόλησαν την πόλη των Τρικάλων καθώς και τα 500 “εργαστήρια” που υπήρχαν, πράγμα που δείχνει ότι η πόλη στα χρόνια αυτά είχε αναπτύξει σχετικά μια κάποια οικονομική πρόοδο. Αργότερα, μετά το 1770 η περιοχή των Τρικάλων με “φιρμάνι” από τον Σουλτάνο παραχωρήθηκε στον Αλή Πασά.
Ο Αλή Πασάς στις 20 Ιουλίου το 1816 διέταξε τον Ιμπραήμ Αγά Δραγώτην1 να κάνει καταγραφή των χωραφιών των Εκκλησιών Τρίκκης και Σταγών. Από τον πίνακα που υπάρχει στον Κώδικα Τρίκκης, πουθενά δεν φαίνεται το χωριό Καρβουνολεπενίτσα – αυτό το όνομα είχε το χωριό μας τότε – πράγμα που δείχνει ότι και αν υπήρχαν Εκκλησιαστικά κτήματα τα χρόνια εκείνα, οι κάτοικοι δεν θέλησαν να αναφέρουν τίποτα, κάτι που επιβεβαιώνει τη θέση των κατοίκων που λένε ότι ουδέποτε το χωριό ήταν τουρκοκρατούμενο και ουδέποτε πλήρωσε φορολογία στους κατακτητές Τούρκους.
Βέβαια σύμφωνα με την παράδοση και όπως μας διηγήθηκε ο παπά-Βασίλης, ( Νικάκης Βασίλειος του Δημητρίου), επειδή οι κάτοικοι του χωριού μας δεν πλήρωναν φορολογία, ο Αλή Πασάς διέταξε και συνέλαβαν τους τότε άρχοντες του χωριού μας και τους οδήγησαν στα Γιάννενα. Εκεί οι χωριανοί μας συνάντησαν την κυρά-Βασιλική, που ήταν πατριώτισσα (από το σημερινό χωριό Βασιλική Τρικάλων) η οποία και τους βοήθησε πάρα πολύ για να σωθούν. Τους είπε πως την άλλη μέρα που θα τους ανακρίνει ο Πασάς, θα εμφανιστεί και αυτή για να τον σερβίρει τον καφέ του, αλλά κανένας τους δεν θα δείξει ότι την ξέρει. Πράγματι την άλλη μέρα όταν εμφανίστηκε η Κυρά-Βασιλική, οι χωριανοί μας έκαναν τον αδιάφορο, και ο Αλή-Πασάς είπε στη Βασιλική: “Βασιλική έχω εδώ κάτι πατριώτες σου οι οποίοι δεν θέλουν να παραδώσουν το χωριό τους”. Η Κυρά-Βασιλική αφού τους ρώτησε από που είναι εκείνοι απάντησαν ότι είναι από την Καρβουνολεπενίτσα. Μόλις τους άκουσε η Βασιλική – που έκανε πως δεν ήξερε – γέλασε και γύρισε προς τον Αλή Πασά και του είπε: “Τι χωριό να σου παραδώσουν αυτοί Πασά μου; Αυτοί είναι ταλαίπωροι δεν τους βλέπεις; Πρέπει να τους αφήσεις ελεύθερους να πάνε να φτιάχνουνε κάρβουνα για νάχουν να δουλεύουν τα εργαστήρια για να μπορείς να παίρνεις τους φόρους”. Μόλις άκουσε έτσι ο Αλή Πασάς πείστηκε και άφησε ελεύθερους τους χωριανούς μας αλλά διέταξε όμως να του φέρουν τον παπά του χωριού μας που λεγόταν παπά Νάκος (Το δεύτερο συνθετικό “Νάκος” δεν έχει σχέση με το επώνυμο “Νάκος” αλλά είναι υποκοριστικό του ονόματος Γιάννης δηλαδή Γιάννης-Γιαννάκης-Γιαννάκος-Νάκος+παπάς = παπά-Νάκος). Ο Αλή Πασάς είπε στον παπά πως πρέπει να συγκεντρώσει τη φορολογία του χωριού και να τη στείλει στα Γιάννενα. Τότε ο παπά Νάκος του είπε πως αυτό είναι αδύνατον γιατί αν υπέγραφε ένα τέτοιο χαρτί τότε οι χωριανοί του θα τον σκότωναν με τα παλούκια. Γι αυτό είπε στον Πασά πως προτιμάει να πεθάνει εκεί στα Γιάννενα παρά να πεθάνει στα χέρια των χωριανών του οι οποίοι και θα τον τυραννούσαν πάρα πολύ. Τότε ο Αλή Πασάς οργίστηκε και διέταξε να τον κλείσουν στη φυλακή με τον όρο πως αν μέσα σε μια τακτή ημερομηνία δεν παρέδινε το χωριό τότε θα τον εκτελούσε.
Μόλις πληροφορήθηκαν οι χωριανοί μας το περιστατικό κίνησαν τη διαδικασία μέσα από το Πατριαρχείο. Σύμφωνα με τις τότε διμερείς συμβάσεις έπρεπε να γίνει δίκη και αν έφταιγε ο παπάς τότε με “φιρμάνι” των δικαστών, που θα κοινοποιούνταν στον Αλή Πασά θα επιβάλλονταν η ποινή. Η διαδικασία κινήθηκε και ορίστηκε τακτική δικάσιμος και ταυτόχρονα στάλθηκε στον Αλή Πασά “φιρμάνι” από του Σουλτάνο που σύμφωνα μ’ αυτό έπρεπε να περιμένει το αποτέλεσμα της δίκης. Μόλις ο Αλή Πασάς διαπίστωσε τη ραδιουργία των χωριανών μας μεσολάβησε και πέτυχε να γίνει η δίκη, που θα γινόταν στα Τρίκαλα, τις απογευματινές ώρες, έτσι ώστε ακόμα και αν ήταν αθωωτική η απόφαση να μην προλάβαιναν να του πάνε “φιρμάνι” απαγορευτικό για την εκτέλεση και την άλλη μέρα να σκότωνε τον παπά-Νάκο, επειδή θα είχε λήξει η τακτή προθεσμία. Η απόφαση η οποία βγήκε ήταν πράγματι αθωωτική για τον παπά-Νάκο, αλλά το πρόβλημα ήταν ποιος θα την κοινοποιούσε στον Αλή Πασά έγκαιρα για να αφήσει τον παπά-Νάκο ελεύθερο. Τότε παρουσιάστηκε κάποιος χωριανός μας που λεγόταν “Νικάκης”, που πήρε το “φιρμάνι” με την αθωωτική απόφαση και αφού πραγματικά έβγαλε φτερά στα πόδια του κατόρθωσε μέσα σε 14 ώρες να φθάσει στα Γιάννενα και να δώσει το “φιρμάνι” στον Πασά. Ο Αλή Πασάς θαύμασε τη γρηγοράδα του καθώς και την αλληλοϋποστήριξη των χωριανών και άφησε ελεύθερο τον παπά-Νάκο λέγοντας του: “Άντε ορέ παπά πήγαινε κάτω στην εκκλησία σου ν’ ανάψεις κάνα κερί. Γιατί το πως σώθηκες είναι θαύμα”.
Από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι πράγματι το χωριό μας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν παραδόθηκε στους Τούρκους και αυτό οφείλεται στα “τεχνάσματα” και στην αντίσταση που πρόβαλαν οι κάτοικοι στα χρόνια εκείνα.
Αδέλφια αγαπημένα
με το Σταυρό στο φλάμπουρο, με τα σπαθιά ζωσμένα.
Σας επονέσαμε πολύ, καρτέρει και καρτέρει
ξαρματωμένοι και γυμνοί στο τούρκικο το χέρι.
‘ Πο της σκλαβιάς το βογγητό, ‘πο τα στενάγματά – μας,
εστράβωσαν τα μάτια – μας τηρώντας και τηρώντας
να φέρετε τη λευτεριά, τη νεκρανάστασή – μας,
και να ησυχάσει αδούλευτο, το μαύρο το κορμί – μας.
Ελεύθερη Ελλάδα (μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους το 1881)
Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας η ζωή στο χωριό μας κυλάει ήσυχα.
Και ιστορικά από δω και πέρα ακολουθεί την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, που δοκιμάστηκε στους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13, στον Μικρασιατικό πόλεμο 1919-1923, στον πόλεμο του 1940, στην Εθνική αντίσταση 1941-44 και στον εμφύλιο 1946-49.
Εκεί που πρέπει να σταθούμε είναι η περίοδος 1941-44, τότε που οι κατακτητές Γερμανοί και Ιταλοί ρήμαζαν ότι έβρισκαν μπροστά τους. Οι Γερμανοί μέσα στο χωριό μας δεν ήλθαν αλλά μόνο μια ομάδα είχε φθάσει μέχρι την “Αγία Τριάδα” και γύρισε πάλι πίσω. Εκείνοι που ήρθαν στο χωριό μας και συμπεριφέρθηκαν βάναυσα ήταν οι Ιταλοί. Ο συμπατριώτης μας δάσκαλος Γιάννης Κατσαντώνης για τους Ιταλούς γράφει1:” Την άνοιξη του 1942 οι Ιταλοί είχαν κάνει γενική εξόρμηση για αφοπλισμό της υπαίθρου. Ήταν μια χαρακτηριστική περίπτωση που οι σκλαβωμένοι δοκίμαζαν άμεσα στο πετσί τους τι θα πει ξένος ζυγός.
Με πρόσχημα τον αφοπλισμό οι Ιταλοί κατατρομοκρατούσαν το λαό και τον καταβασάνιζαν.